Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Κωνσταντίνος Καβάφης Μικρό αφιέρωμα σε έναν Μεγάλο ποιητή!

Κωνσταντίνος Καβάφης


Απολείπειν ο θεός Aντώνιον

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές—
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις.




Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.


Επέστρεφε

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,
αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με—
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,
κ’ επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ’ αισθάνονται τα χέρια σαν ν’ αγγίζουν πάλι.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται...


Περιμένοντας τους Bαρβάρους

— Τι περιμένουμε στην αγορά συναθροισμένοι;

Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα.

— Γιατί μέσα στην Σύγκλητο μια τέτοια απραξία;
Τι κάθοντ’ οι Συγκλητικοί και δεν νομοθετούνε;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Τι νόμους πια θα κάμουν οι Συγκλητικοί;
Οι βάρβαροι σαν έλθουν θα νομοθετήσουν.


—Γιατί ο αυτοκράτωρ μας τόσο πρωί σηκώθη,
και κάθεται στης πόλεως την πιο μεγάλη πύλη
στον θρόνο επάνω, επίσημος, φορώντας την κορώνα;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα.
Κι ο αυτοκράτωρ περιμένει να δεχθεί
τον αρχηγό τους. Μάλιστα ετοίμασε
για να τον δώσει μια περγαμηνή. Εκεί
τον έγραψε τίτλους πολλούς κι ονόματα.


— Γιατί οι δυο μας ύπατοι κ’ οι πραίτορες εβγήκαν
σήμερα με τες κόκκινες, τες κεντημένες τόγες·
γιατί βραχιόλια φόρεσαν με τόσους αμεθύστους,
και δαχτυλίδια με λαμπρά, γυαλιστερά σμαράγδια·
γιατί να πιάσουν σήμερα πολύτιμα μπαστούνια
μ’ ασήμια και μαλάματα έκτακτα σκαλιγμένα;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
και τέτοια πράγματα θαμπώνουν τους βαρβάρους.


—Γιατί κ’ οι άξιοι ρήτορες δεν έρχονται σαν πάντα
να βγάλουνε τους λόγους τους, να πούνε τα δικά τους;

Γιατί οι βάρβαροι θα φθάσουν σήμερα·
κι αυτοί βαρυούντ’ ευφράδειες και δημηγορίες.

— Γιατί ν’ αρχίσει μονομιάς αυτή η ανησυχία
κ’ η σύγχυσις. (Τα πρόσωπα τι σοβαρά που εγίναν).
Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κ’ η πλατέες,
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;

Γιατί ενύχτωσε κ’ οι βάρβαροι δεν ήλθαν.
Και μερικοί έφθασαν απ’ τα σύνορα,
και είπανε πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.

                             __

Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.




Ο Κωνσταντίνος Καβάφης υπήρξε το ένατο παιδί τού μεγαλεμπόρου Πέτρου Καβάφη. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1863, όπου οι γονείς του εγκαταστάθηκαν εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη, και πέθανε στην Αλεξάνδρεια το 1933, της οποίας υπήρξε η μεγαλύτερη πνευματική φυσιογνωμία. Ο Καβάφης υπήρξε στην κυριολεξία μόνο ποιητής και μάλιστα από τους μεγαλύτερους των χρόνων από το Εικοσιένα ίσαμε σήμερα.
Eζησε αρκετά χρόνια της παιδικής του ηλικίας στην Αγγλία και την επισκέφτηκε και μεγάλος. Επισκέφτηκε την Πόλη για δυο χρόνια 1882 1884, και το 1885 επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια. Από τότε έμεινε μόνιμα στην αγαπημένη του πόλη, πραγματοποιώντας μικρά ταξίδια στο Κάιρο, ένα στην Ελλάδα κι ένα για λίγους μήνες στο Παρίσι και το Λονδίνο. Το τελευταίο του ταξίδι στην Ελλάδα το έκανε το 1932, για λόγους υγείας, ένα χρόνο πριν από το θάνατό του.
Ο Καβάφης γνώριζε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, καθώς και αραβικά. Υπηρέτησε 34 χρονιά ως υπάλληλος στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου και έζησε τη ζωή του μόνος, εργένης και ανύπαντρος. Εκτός από δυο χρόνια που φοίτησε στο ελληνικό εκπαιδευτήριο τού Παπαζή στην Αλεξάνδρεια, τα γράμματα τα έμαθε με οικοδιδασκάλους και την πλατύτερη λογοτεχνική, ιστορική και φιλοσοφική του καλλιέργεια την απόχτησε μόνος του. Ήταν κάτοχος της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και γνώριζε σε βάθος την ελληνική ιστορία, την ελληνική κλασσική παιδεία και την αρχαία ελληνική φιλοσοφία.
O Καβάφης άρχισε να γράφει ποιήματα σε ηλικία 21 ετών, και εξακολούθησε να γράφει μέχρι το θάνατό του. Τα ποιήματά του, όλα στην ελληνική, δεν τα εξέδωσε ποτές σε βιβλίο. Τα κυκλοφορούσε στην αρχή σε «φέιγ-βολάν», πού μοίραζε στους φίλους του. Από το 1886 άρχισε να τα δημοσιεύει σε περιοδικά επηρεασμένα από τους Αθηναίους ποιητές του καιρού του. Από το 1900 όμως εγκαινίασε τη δική του προσωπική ποίηση, που έφερε έναν καινούριο τόνο στον ελληνικό Παρνασσό, και της οποίας η υποβολή χρειάστηκε μακριά πίστωση χρόνου ώσπου να επιτευχθεί. Η ειρωνεία, ο σαρκασμός και η αντίδραση, που γνώρισε υπήρξαν πρωτοφανείς.
Αν εξαιρέσουμε τον Γρηγόριο Ξενόπουλο κι έναν - δυο ακόμα, οι περισσότεροι σύγχρονοί του λόγιοι δεν μπόρεσαν ν' αντιληφθούν τίποτα από το πρωτόφαντο και το ιδιότυπο της ποίησής του, ούτε την επανάσταση που πραγματοποιούσε στα ποιητικά καθιερωμένα «του ακατάσχετου ρητορισμού, της ομοικατάληκτης φλυαρίας και του κενόλογου στόμφου» όπως γράφει ο Ι.Μ. Παπαφώτης.
Ένας αξιόλογος κατά τα άλλα - κριτικός της λογοτεχνίας μας, ο Ηλίας Βουτιερίδης έγραψε: «Πολλοί στίχοι του είναι περισσότερο πεζογραφήματα. Η φαινομενική φιλοσοφία του είναι ρηχή και κοινοτοπίες. Ο θαυμασμός ορισμένων ανθρώπων στην ποίησή του είναι συρμός, που γρήγορα θα περάσει». Κι όμως, ο Καβάφης μεταφράστηκε σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες.
Αρνητική στάση κράτησε στην αρχή κι ο Παλαμάς. Αργότερα όμως αναγνώρισε στο έργο του τον αληθινό ποιητή. Αρνητές του υπήρξαν ακόμα ο φώτος Πολίτης, ο Ταγκόπουλος, ο Π. Βλαστός, ο Γιάννης Ψυχάρης κυρίως για τη μεικτή, καθαρευουσιάνικη γλώσσα του - κι έφτασε σε σημείο να γράψει την παρακάτω φράση για τον Καβάφη «... Κι έτσι έγινε πολύ εύκολα ο Καβάφης ο Καραγκιόζης της Δημοτικής». Πόσο θα λυπόταν ο μεγάλος Δάσκαλος, αν ζούσε σήμερα, για τον άπρεπο αυτό λόγο. Το ίδιο έπαθε και ο Γ. Θεοτοκάς, όταν έγραψε με πάθος στο «Ελεύθερο πνεύμα» του το 1929: «Σε μια συνεδρίαση του Κακουργοδικειου, συχνά σε μια απλή δικογραφία διαζυγίου, υπάρχει... περισσότερη ανθρωπότητα, παρά σ' ολόκληρο το καβαφικό έργο... Το καβαφικό έργο είναι σαν ένα σπυρί που τυράννησε έναν οργανισμό πολύν καιρό και τέλος ανοίγει και χύνει το πύο του». Και παρακάτω: «Προσωπικά, ένας οποιοσδήποτε Γιαγκούλας των ελληνικών βουνών μ' ενδιαφέρει πολύ περισσότερο απ' ό,τι μ' ενδιαφέρει ο Αλεξανδρινός ποιητής!»
Αργότερα ο ίδιος θ' απολογηθεί στην «Πνευματική πορεία του»: «Ήμουν πολύ νέος και νέος σε μια εποχή γενικής ευρωπαϊκής και ελληνικής αισιοδοξίας... Πίστευα με πάθος στον τόπο μου, στη γενιά μου, στο μέλλον μας και λάτρευα τη ζωή... Ξεκινώντας με τέτοιες διαθέσεις, νόμισα ξαφνικά πως είδα τον Καβάφη να με σαρκάζει αμείλικτα, μέσα από τους θολούς ατμούς της κουρασμένης ευαισθησίας του και της πικρής σοφίας του...».
Εκείνα πού περισσότερο ξάφνιασαν τους λόγιους στην ποίηση του Καβάφη, ήταν η ιδιότυπη γλώσσα του, το απροσδόκητο της τεχνοτροπίας του, το στιχουργικό παίγνιό του, οι διαυγείς φιλοσοφημένες συλλήψεις του, με δυο λόγια η προσωπική και ανεπανάληπτη ποιητική τέχνη του. «Ετσι, από τον αιφνιδιασμό αυτόν οι μορφωμένοι της εποχής εκείνης - γράφει ο Πέτρος Χάρης - βγήκαν κάτι περισσότερο από ζημιωμένοι: ούτε λίγο, ούτε πολύ, έδειξαν πως δεν ήταν σε θέση να νιώσουν έναν αληθινό ποιητή. Κι ο Καβάφης ήταν ο προσωπικότερος ποιητής μας».
Το έργο του Καβάφη δεν επιβάλλεται με τον όγκο του, αλλά με την ποιότητά του. Κάθε ποίημά του είναι και μια ολοκληρωμένη ποιητική μονάδα. Ο ποιητής Καβάφης, χωρίς λυρικά ψιμύθια, χωρίς ποιητικούς ακροβατισμούς και στείρα πολυλογία, περικλείει σε κάθε του ποίημα μιά ολόκληρη σύνθεση, που αποτελεί ορόσημο στην ποίησή μας. Βέβαια είπε πολύ λιγότερα απ'όσα μπορούσε να πει ένας άνθρωπος με τη φιλοσοφική του διάθεση. Μπορεί ο στίχος του να μην μας ενθουσιάζει. Μας κάνει όμως κάτι καλύτερο , μας κάνει να σκεφτούμε. Σ' αυτόν τον τόπο που τον κατάστρεψαν οι ενθουσιασμοί, τα μεγάλα λόγια και οι εύκολες αποφάσεις, ο ποιητής μας παραστέκεται σαν οδηγός και σύμβουλος. «Προετοιμάζει τον άνθρωπο για τις μεγάλες περιπέτειες, για τα φοβερά διλήμματα, για τις κρίσιμες στιγμές, και τον οπλίζει με την καρτερία και την αξιοπρέπεια, που πρέπει να έχει όποιος δεν θέλει να ποδοπατηθεί από τη ζωή».
Μερικά από τα ποιήματα του Καβάφη έγιναν σήμερα κτήμα όλων των λαών. θ' αναφέρουμε μερικά: H πόλις, Θερμοπύλες, Κεριά, Τείχη, Oσο μπορείς, Yπέρ της Αχαικής συμπολιτείας πολεμήσαντες, Το πρώτο σκαλί, Κ.ά. Η Πόλις προδικάζει τελεσίδικα τη διαιώνιση της μεγάλης περιπέτειας «σ'όλη τη γη». Οι Τρώες μας δείχνουν πως δεν μπορούμε να ξεφύγουμε το πεπρωμένο μας (στωικισμός). Οι Θερμοπύλες είναι η φιλοσοφία της ζωής. Ο άνθρωπος πρέπει σε κάθε περίπτωση να κάνει το χρέος του, να μην εγκαταλείπει τον αγώνα. Αλλά, με στοχασμό, και θέληση, να μάχεται όχι για τη νίκη, αλλά για τα ιδανικά του, για ό,τι πιστεύει και για ό,τι νομίζει. Στο δε ποίημά του Ιθάκη μας δίνει το καταστάλαγμα της φιλοσοφίας της ζωής, για όλους τους ανθρώπους της γης. Όταν ωριμάσει πια ο άνθρωπος βλέπει πόσο μάταιοι ήταν όλοι οι κόποι του στη ζωή, και μόνο η πείρα που κέρδισε από τους αγώνες του δικαιώνει την προσπάθειά του:
...Κι αν πτωχική τη βρείς, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες, οι Ιθάκες τι σημαίνουν.
Η ποίηση του Καβάφη έχει, από χρόνια τώρα, ξεπεράσει τα Ελληνικά πλαίσια και εντάχθηκε στην ευρωπαϊκή και αμερικανική. Η ένταξη αυτή υπογραμμίζει την ποιητική του ιδιοφυΐα και τη μεγαλοσύνη του. Ποιητής ανεπανάληπτος, γέμισε με την παρουσία του μια ολόκληρη εποχή. Με το έργο του η ελληνική ποίηση απλώθηκε στον πλατύτερο ευρωπαϊκό χώρο, γιατί πολλά από τα ποιήματά του, είναι ποιήματα κάθε εποχής και κάθε λαού. Κι αυτά του εξασφάλισαν την παγκοσμιότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου