Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2025

Διονύσης Καψάλης "Γι’ αυτό προσφεύγουμε στη λύπη των ονείρων μ’ ένα υπόλοιπο ντροπής κι αθανασίας"



Δίγαμα, σονέτο Χ

Σαράντα πήχεις όνειρο, καλό ρετάλι·
πάρε το δίγαμα και κόψε μου χιτώνα,
να πορευτώ περήφανος στον Ελικώνα,
ελάσσων κυνικός με την κρυφή μου ζάλη,

Θα 'χει παντού πυκνώσει γύρω μας αιθάλη,
και συ θα ράβεις απερίσπαστη κουρτίνες
νέας οικιακής πληρότητας — οι ακτίνες
να μη λυμαίνονται το ωραίο σου κεφάλι.

Πού πήγε η φωτογένεια, θα πουν, του ονείρου;
δεν έφτασε το ύφασμα και κάνει κρύο
τώρα που νύχτωσε στις αμμουδιές του Ομήρου·

πάρε να ντύσεις τα παιδιά για το σχολείο,
όλο ρωτούν κι έχουν πολλά να μάθουν: Κύρου
Ανάβασις όπου γίγνονται παίδες δύο.



Κάποτε γίνεται ο φόβος του θανάτου

Κάποτε γίνεται ο φόβος του θανάτου
ύπνος βαθύς και τον σκεπάζει ο Τειρεσίας·
σαν νυχτοφύλακας σε ώρα υπηρεσίας
που αποκοιμήθηκε στην άγρυπνη σκιά του.

Γι’ αυτό προσφεύγουμε στη λύπη των ονείρων
μ’ ένα υπόλοιπο ντροπής κι αθανασίας,
κι ο μελανόπτερος επάνω μας σωσίας
άλλοτε σκύβει λυρικός κι άλλωτε είρων.

Κι όταν βραδιάζει σαν αθώωση του ασώτου,
κι ο ουρανός μετεωρίζεται και παίρνει
όλο το μέσα της ζωής για να νυχτώσει,

είναι επόμενο να στρέφουμε με τόση
πνοή στη μαντική του δύναμη, ωσότου
ο σπαραγμός του την καινούρια μέρα σπέρνει.



Μέρες Αργίας IX

Ξέρω πως θα ‘ρθει, και δεν θα’ μαι όπως είμαι,
να τον δεχτώ με το καλύτερο παλτό μου·
μήτε σκυμμένος στις σελίδες κάποιου τόμου,
εκεί που υψώνομαι να μάθω ότι κείμαι.

Δεν θα προσεύχομαι σε σύμπαν που θαμπώνει,
δεν θα ρωτήσω αναιδώς, που το κεντρί σου;
γονιός δεν θα ‘ναι να μου πει, σήκω και ντύσου,
καιρός να ζήσουμε, παιδί μου, ξημερώνει.

Θα ‘ρθει την ώρα που σπαράσσεται το φως μου,
κι εκλιπαρώ φανατικά λίγη γαλήνη,
θα ‘ρθει σαν πύρινο παράγγελμα που λύνει

όρους ζωής και την αδρή χαρά του κόσμου·
δεν θα μαζεύει ουρανό για να με πλύνει,
δεν θα κρατά βασιλικό ή φύλλα δυόσμου.

 

 

 



 Διονύσης Καψάλης 

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1952. Σπούδασε φιλολογία στις ΗΠΑ και στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Έχει δημοσιεύσει ποίηση, δοκίμια, μελέτες και ποιητικές μεταφράσεις. Στα Γράμματα εμφανίστηκε το 1978 με την ποιητική συλλογή Τα μύρτα του φωτός. Ακολούθησε το 1979 η ποιητική συλλογή Με μια τρελή σοδειά. Μέχρι το 2020, κυκλοφόρησε άλλες 20 ποιητικές συλλογές. 

Έχει γράψει ποίηση σε έμμετρο-ομοιοκατάληκτο και σε ελεύθερο στίχο. Οι τέσσερις πρώτες συλλογές του (Τα μύρτα του φωτός (1978), Με μια τρελή σοδειά (1979), Βιβλίο πρώτο (1982) και Τέσσερα (1983)) περιέχουν ποιήματα σε ελεύθερο στίχο. Στην πέμπτη συλλογή με τίτλο Ακόμη μια φορά (1986), ο στίχος του έγινε «ρυθμικά επιμελημένος», ενώ επίσης άρχισε να πειραματίζεται με το σονέτο. 

Ποιήματα του Καψάλη έχουν μεταφραστεί στα Γαλλικά, στα Αγγλικά και στα Αλβανικά. Επίσης, ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τα Διάφανα Κρίνα («Μέρες αργίας» στον δίσκο Έγινε η απώλεια συνήθειά μας, 1996), τον Γιώργο Χριστιανάκη (τέσσερα τραγούδια στον δίσκο Ο θυρωρός, 2001), τον Νίκο Ξυδάκη (Μια μουσική προσωπογραφία του Κ.Π. Καβάφη, 2009), τον Δημήτρη Παπαδημητρίου (Οι μπαλάντες της οδού Ατθίδων, 2018), κ.ά. 

Για το θέατρο έχει μεταφράσει τις Ευτυχισμένες μέρες του Σαμουήλ Μπέκετ και τα έργα του Σαίξπηρ Ρωμαίος και Ιουλιέτα, Βασιλιάς Ληρ, Οθέλλος, Περικλής, Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας, Άμλετ, Η Κωμωδία των παρεξηγήσεων και Μακμπέθ. Έχει συνεργαστεί στενά με τον συνθέτη Νίκο Ξυδάκη, γράφοντας μεταξύ άλλων και τους στίχους για το έργο Θρήνοι γυναικών. Ηρωίδες του Σοφοκλή (Φεστιβάλ Αθηνών, «μικρή» Επίδαυρος, 2006), το έργο Rue Lepsius. Μια μουσική προσωπογραφία του Κ. Π. Καβάφη («Σχολείο» της οδού Πειραιώς, Φεστιβάλ Αθηνών, 2008), το έργο Απόκοπος ή Σπιναλόγκα (Σπιναλόγκα, Ιούλιος 2018), και το έργο Μάρθα. Μια ιστορία από το Μεσολόγγι (Εθνική Λυρική Σκηνή, διαδικτυακά 2021). 

Εργάστηκε στο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ), όπου από το 1999 ως το 2021 κατείχε τη θέση του διευθυντή. Από το 2006 διδάσκει το μάθημα της λογοτεχνίας στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Είναι επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (2015) και έχει επίσης τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης για τη μετάφραση του Άμλετ (2015), με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων (2017) και με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (2021).


Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ "Οι πέτρες ξέρεις περιμένουν χρόνια"

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

 


ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Ανάβω το καντήλι σου,
φροντίζω το κερί να μη σου λείψει.

Τι άλλο θες και μου καρφώνεις στα πλευρά
μαχαίρια μνήμης;



  ΤΩΝ ΠΑΡΟΝΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ



Εδώ παλαίψανε οι φοιτητές με το μεγάλο δράκο.
Τα χρόνια πέρασαν κι οι πρώτοι τη βολέψανε.
Άλλος στο βουλευτήριο,
άλλος στη δημαρχία,
άλλος κλειδούχος στο κοινό ταμείο
κι άλλος παρατρεχάμενος στου αρχηγού τη βίλλα.

Οι δεύτεροι, παρέμειναν ανώνυμοι,
σαν τους λοιπούς οπλίτες.
Της επταετίας αγωνιστές,
κορόιδα της μεταπολίτευσης,
σαν τα σφαχτάρια κρέμονται
απ’ το τσιγκέλι των ιδανικών τους


ΤΡΙΣΤΙΧΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΥΠΤΗ

Πλευρό αλλάζεις
τις νύχτες μέσ’ στο μνήμα
πικρέ πατέρα;



ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΗ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ

Αν κάποια μέρα φύγεις
προς τη μεριά της θάλασσας
θα γίνω έν’ άσπρο βότσαλο
να καρτερώ το γυρισμό σου
στην ακρογιαλιά.

Θα καρτερώ με την υπομονή της πέτρας
όσο κι αν αργείς.

Οι πέτρες ξέρεις περιμένουν χρόνια.






Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης γεννήθηκε στη Δεσφίνα Φωκίδας τον Δεκέμβριο του 1951. Σπούδασε Δημοσιογραφία και Δημόσιες Σχέσεις. Συνταξιοδοτήθηκε από τη βιομηχανία παραγωγής αλουμινίου, στα Άσπρα Σπίτια της Παραλίας Διστόμου, στη Βοιωτία, όπου και ζει.

Έχει εκδώσει επτά ποιητικά βιβλία: Πτωχόν Μετάλλευμα (Εμβόλιμον 1990), Αμειψισπορά (Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκης Λεβαδείας 1996), Ενθύμιον (Καστανιώτης 2004), Από μνήμης (Μελάνι 2010), Πλησμονή οστών (Μελάνι 2018), Ότι εγκρατής η επικράτεια (Κουκκίδα 2019), Φασματοσκόπιο Ερωτικού Λόγου (Τηλέγραφος 2024) και την συγκεντρωτική των ποιημάτων του Πιστοποιητικά θνητότητας- Ποιήματα 1970-2010 (Σύγχρονη Έκφραση 2010) και το βιβλίο πρόζας Δίφορη μνήμη (Πόλις 2021) καθώς και το βιβλίο ιστορικής έρευνας Δίστομο 10 Ιουνίου 1944 – το Ολοκαύτωμα (Σύγχρονη Έκφραση 2014) για το οποίο τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο Χρονικού – Μαρτυρίας το 2011 και το

βιβλίο Ένας στρατευμένος της ζωής – ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος (Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος – Γαβριηλίδης 2019) Επιλογή ποιημάτων του με τίτλο Qirinj kustese εκδόθηκε στα Τίρανα (εκδόσεις Neraida 2018), στην αλβανική γλώσσα σε μτφρ. Νίκου Κατσαλίδα. Επιμελήθηκε τις Ανθολογίες ελληνικών ποιημάτων Ξένων Αιμάτων Τρύγος (Γαβριηλίδης 2014), Χνάρια στο Φιλιατρό των Φίλων (Γαβριηλίδης 2015) και Κορφολογώντας γενεών την προίκα (Γαβριηλίδης 2018), Τα υπογείως ανεωχθέντα (Ρώμη 2019), Όσα ο αφρός φλοισβίζει (Ρώμη 2020) καθώς και, μαζί με τον Κωνσταντίνο Μπούρα, Τα ποιήματα του 2015 (Κοινωνία των (δε)κάτων 2016)και Τα ποιήματα του 2016 (Κοινωνία των (δε)κάτων 2017)

Διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό Εμβόλιμον, που εκδίδεται στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας από το 1988, το οποίο τιμήθηκε με Κρατικό βραβείο λογοτεχνίας το 2014 και μετείχε στη σύνταξη της έντυπης εφημερίδας BookPress.

Δημοσιεύει επίσης δοκιμιακά σημειώματα και κείμενα λογοτεχνικής κριτικής.

Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά και αλβανικά.

Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και του Κύκλου Ποιητών. Μετείχε στην Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Παιδικής Λογοτεχνία
ς.